Να η αλήθεια μπροστά μου!
Γιατί κάνω πως δεν τη βλέπω;
Μου γνέφει με τα τρελοκοτσιδάκια της!
-Κοριτσάκι;
Έλα!
Έλα να παίξουμε!
Κι εγώ κρύβομαι…
Αγκαλιάζω σφιχτά το δέντρο μου και τρέμω από φόβο.
Αχ Θεέ μου κάνε να μη μιλάει σε μένα!
Κάνε να μη με βλέπει…
-Έλα!
Μη μου κρύβεσαι!
Σε βλέπω… μου λέει τραγουδιστά!
Ξέρω ποιος είσαι!
Σε ξέρω!
Είσαι το Θάρρος!
-Εγώ;
Εγώ το Θάρρος;
Θα με μπερδεύεις με κάποιον άλλο!
Δε βλέπεις;
Δε βλέπεις που είμαι κορίτσι;
Η Δειλία είμαι.. .
Αν ήμουν το Θάρρος, θα σου κρυβόμουν;
Όχι βέβαια!
Θα σε αγκάλιαζα…
Θα σε φιλούσα!
Όμως δες;
Δες;
Τα πόδια μου τρέμουν.
Φοβάμαι να σε κοιτάξω στα μάτια.
Σκύβω υποτακτικά το κεφάλι και θέλω να το βάλω στα πόδια!
-Μα γιατί…
Γιατί!
Τι σου έχω κάνει;
Σε πείραξα ποτέ;
Σου έκανα κάτι;
Γιατί με φοβάσαι;
-Πάντα σε φοβόμουν.
Από μικρό παιδί που η μάνα μου μου έλεγε πως ο πατέρας μου δε με ήθελε.
Φοβόμουν να πιστέψω την Αλήθεια.
Και μετά;
Και μετά το ίδιο…
Όταν συνάντησα τον Έρωτα;
Εσύ τι έκανες;
Μου κρύφτηκες…
Η Αλήθεια έσκυψε ντροπιασμένη το κεφάλι…
-Δεν ήμουν εγώ…
Σου το ορκίζομαι!
Δε θα σου κρυβόμουν ποτέ…
Ο αδερφός μου θα ήταν…
Ο δίδυμος αδερφός μου…
Το Ψέμα…
Θα ήταν τη μέρα που μου έκλεψε τα ρούχα…
Τη θυμάμαι εκείνη τη μέρα!
Ο κόσμος όλος αναστατώθηκε.
Ξεγέλασε την Αγάπη.
Της είπε πως οι άνθρωποι δεν τη θέλουν πια.
Πως διάλεξαν τον Έρωτα, αντί γι’ αυτή.
Θυμάμαι ακόμη πως πικράθηκε τόσο πολύ, που αποφάσισε να εγκαταλείψει τον κόσμο.
Να φύγει στη χώρα της Αυταπάτης.
Εκεί κανείς δε θα την έβρισκε.
Τότε φαίνεται.
Εκείνη τη μέρα θα συνάντησες τον Έρωτα.
Χαρούμενος αυτός, έγινε ο καλύτερος φίλος του αδερφού μου.
Τώρα τίποτα δε θα τον εμπόδιζε να παίρνει το μυαλό των ανθρώπων.
Να τους κάνει δούλους του.
Υποτακτικούς του.
Τρελούς…
Συγνώμη Δειλία μου, μα δεν ήμουν εγώ!
Η Δειλία χαμήλωσε κι άλλο το κεφάλι.
Ένιωσε να μεγαλώνει.
Να θεριεύει με τα λόγια της Αλήθειας.
- Ότι και να λες, δε θέλεις το καλό μου.
Με πρόδωσες.
Και συ, και ο Έρωτας και η Αγάπη.
Εσύ άφησες αφύλαχτα τα ρούχα σου.
Εξαιτίας σου το Ψέμα μεταμφιεσμένο πλάνεψε τον κόσμο.
Ο Έρωτας βρήκε ευκαιρία να παίξει τα παιχνίδια του, να υποτάξει τη Λογική
Και να πληγώσει τους ανθρώπους, μαζί κι εμένα.
Και η Αγάπη, χειρότερη αυτή απ’ όλους.
Με την πρώτη δυσκολία μας παράτησε.
Μας εγκατέλειψε, γιατί πίστεψε το Ψέμα.
Η Αλήθεια σώπασε.
Χάιδεψε τα σγουρά μαλλιά της Δειλίας και την κοίταξε στα μάτια.
Την έπιασε από το πηγούνι και την ανάγκασε να την κοιτάξει κι αυτή.
Όμορφα μάτια είχε η Αλήθεια.
Γαλαζοπράσινα και ταξιδιάρικα.
- Με βλέπεις;
Με βλέπεις πραγματικά;
Μη διστάζεις.
Κοίτα με.
Γυμνώνομαι μπροστά σου.
Μην κατηγορείς άλλους.
Επέλεξες να ζεις στο Ψέμα.
Εσύ το αγκάλιασες.
Εσύ το έγλειψες.
Εσύ το ανάθρεψες.
Δειλία…
Βγάλε πια αυτά τα ρούχα.
Σε ασχημαίνουν τόσο…
Δες στον καθρέφτη.
Τι βλέπεις;
-Δε θέλω!
Δε θα με αναγκάσεις εσύ να κάνω αυτό που χρόνια φοβάμαι!
-Τι Δειλία;
Τι;
Τι φοβάσαι;
-Να σε κοιτάξω.
Να σε δεχτώ.
Να σ΄ αγκαλιάσω…
-Μα αν τα κάνεις όλα αυτά, θα δεις την Αλήθεια.
Θα δεις τον εαυτό σου, όπως πραγματικά είναι.
Όμορφος!
Αγέρωχος!
Ελεύθερος!
Κοίτα με!
Η Δειλία άρχισε να κλαίει.
Για πρώτη φορά στη ζωή της σήκωσε το κεφάλι ψηλά και με βλέμμα θολό είδε στον καθρέφτη.
Κι ενώ έκλαιγε, το είδωλο της γελούσε.
Κι ενώ πόναγε, το είδωλο, της έκλεισε το μάτι.
Άπλωσε το χέρι της και άγγιξε το κρύο γυαλί.
Κι αυτό έσπασε σε χίλια κομμάτια…
-Βλέπεις; της είπε η Αλήθεια.
Δεν υπάρχεις πια.
Δεν είσαι εσύ η Δειλία που νόμιζες.
Κι εσένα σε ξεγέλασε το Ψέμα.
Είσαι το Θάρρος.
Κανείς δε φταίει για τα παθήματα σου.
Μόνο Εσύ!
Ψάξε να βρεις τη δύναμη σου και μην αφήσεις ποτέ ξανά κανένα να σε πείσει πως είσαι κάποιος άλλος.
Αποδέξου με και όλα θα γίνουν όπως πρέπει!
Πήγαινε…
Το Θάρρος ξεμάκρυνε.
Έπρεπε να βιαστεί...
Έπρεπε να βρει την Αγάπη…
Πηγή: http://erospsyxh.blogspot.gr/
Γιατί κάνω πως δεν τη βλέπω;
Μου γνέφει με τα τρελοκοτσιδάκια της!
-Κοριτσάκι;
Έλα!
Έλα να παίξουμε!
Κι εγώ κρύβομαι…
Αγκαλιάζω σφιχτά το δέντρο μου και τρέμω από φόβο.
Αχ Θεέ μου κάνε να μη μιλάει σε μένα!
Κάνε να μη με βλέπει…
-Έλα!
Μη μου κρύβεσαι!
Σε βλέπω… μου λέει τραγουδιστά!
Ξέρω ποιος είσαι!
Σε ξέρω!
Είσαι το Θάρρος!
-Εγώ;
Εγώ το Θάρρος;
Θα με μπερδεύεις με κάποιον άλλο!
Δε βλέπεις;
Δε βλέπεις που είμαι κορίτσι;
Η Δειλία είμαι.. .
Αν ήμουν το Θάρρος, θα σου κρυβόμουν;
Όχι βέβαια!
Θα σε αγκάλιαζα…
Θα σε φιλούσα!
Όμως δες;
Δες;
Τα πόδια μου τρέμουν.
Φοβάμαι να σε κοιτάξω στα μάτια.
Σκύβω υποτακτικά το κεφάλι και θέλω να το βάλω στα πόδια!
-Μα γιατί…
Γιατί!
Τι σου έχω κάνει;
Σε πείραξα ποτέ;
Σου έκανα κάτι;
Γιατί με φοβάσαι;
-Πάντα σε φοβόμουν.
Από μικρό παιδί που η μάνα μου μου έλεγε πως ο πατέρας μου δε με ήθελε.
Φοβόμουν να πιστέψω την Αλήθεια.
Και μετά;
Και μετά το ίδιο…
Όταν συνάντησα τον Έρωτα;
Εσύ τι έκανες;
Μου κρύφτηκες…
Η Αλήθεια έσκυψε ντροπιασμένη το κεφάλι…
-Δεν ήμουν εγώ…
Σου το ορκίζομαι!
Δε θα σου κρυβόμουν ποτέ…
Ο αδερφός μου θα ήταν…
Ο δίδυμος αδερφός μου…
Το Ψέμα…
Θα ήταν τη μέρα που μου έκλεψε τα ρούχα…
Τη θυμάμαι εκείνη τη μέρα!
Ο κόσμος όλος αναστατώθηκε.
Ξεγέλασε την Αγάπη.
Της είπε πως οι άνθρωποι δεν τη θέλουν πια.
Πως διάλεξαν τον Έρωτα, αντί γι’ αυτή.
Θυμάμαι ακόμη πως πικράθηκε τόσο πολύ, που αποφάσισε να εγκαταλείψει τον κόσμο.
Να φύγει στη χώρα της Αυταπάτης.
Εκεί κανείς δε θα την έβρισκε.
Τότε φαίνεται.
Εκείνη τη μέρα θα συνάντησες τον Έρωτα.
Χαρούμενος αυτός, έγινε ο καλύτερος φίλος του αδερφού μου.
Τώρα τίποτα δε θα τον εμπόδιζε να παίρνει το μυαλό των ανθρώπων.
Να τους κάνει δούλους του.
Υποτακτικούς του.
Τρελούς…
Συγνώμη Δειλία μου, μα δεν ήμουν εγώ!
Η Δειλία χαμήλωσε κι άλλο το κεφάλι.
Ένιωσε να μεγαλώνει.
Να θεριεύει με τα λόγια της Αλήθειας.
- Ότι και να λες, δε θέλεις το καλό μου.
Με πρόδωσες.
Και συ, και ο Έρωτας και η Αγάπη.
Εσύ άφησες αφύλαχτα τα ρούχα σου.
Εξαιτίας σου το Ψέμα μεταμφιεσμένο πλάνεψε τον κόσμο.
Ο Έρωτας βρήκε ευκαιρία να παίξει τα παιχνίδια του, να υποτάξει τη Λογική
Και να πληγώσει τους ανθρώπους, μαζί κι εμένα.
Και η Αγάπη, χειρότερη αυτή απ’ όλους.
Με την πρώτη δυσκολία μας παράτησε.
Μας εγκατέλειψε, γιατί πίστεψε το Ψέμα.
Η Αλήθεια σώπασε.
Χάιδεψε τα σγουρά μαλλιά της Δειλίας και την κοίταξε στα μάτια.
Την έπιασε από το πηγούνι και την ανάγκασε να την κοιτάξει κι αυτή.
Όμορφα μάτια είχε η Αλήθεια.
Γαλαζοπράσινα και ταξιδιάρικα.
- Με βλέπεις;
Με βλέπεις πραγματικά;
Μη διστάζεις.
Κοίτα με.
Γυμνώνομαι μπροστά σου.
Μην κατηγορείς άλλους.
Επέλεξες να ζεις στο Ψέμα.
Εσύ το αγκάλιασες.
Εσύ το έγλειψες.
Εσύ το ανάθρεψες.
Δειλία…
Βγάλε πια αυτά τα ρούχα.
Σε ασχημαίνουν τόσο…
Δες στον καθρέφτη.
Τι βλέπεις;
-Δε θέλω!
Δε θα με αναγκάσεις εσύ να κάνω αυτό που χρόνια φοβάμαι!
-Τι Δειλία;
Τι;
Τι φοβάσαι;
-Να σε κοιτάξω.
Να σε δεχτώ.
Να σ΄ αγκαλιάσω…
-Μα αν τα κάνεις όλα αυτά, θα δεις την Αλήθεια.
Θα δεις τον εαυτό σου, όπως πραγματικά είναι.
Όμορφος!
Αγέρωχος!
Ελεύθερος!
Κοίτα με!
Η Δειλία άρχισε να κλαίει.
Για πρώτη φορά στη ζωή της σήκωσε το κεφάλι ψηλά και με βλέμμα θολό είδε στον καθρέφτη.
Κι ενώ έκλαιγε, το είδωλο της γελούσε.
Κι ενώ πόναγε, το είδωλο, της έκλεισε το μάτι.
Άπλωσε το χέρι της και άγγιξε το κρύο γυαλί.
Κι αυτό έσπασε σε χίλια κομμάτια…
-Βλέπεις; της είπε η Αλήθεια.
Δεν υπάρχεις πια.
Δεν είσαι εσύ η Δειλία που νόμιζες.
Κι εσένα σε ξεγέλασε το Ψέμα.
Είσαι το Θάρρος.
Κανείς δε φταίει για τα παθήματα σου.
Μόνο Εσύ!
Ψάξε να βρεις τη δύναμη σου και μην αφήσεις ποτέ ξανά κανένα να σε πείσει πως είσαι κάποιος άλλος.
Αποδέξου με και όλα θα γίνουν όπως πρέπει!
Πήγαινε…
Το Θάρρος ξεμάκρυνε.
Έπρεπε να βιαστεί...
Έπρεπε να βρει την Αγάπη…
Πηγή: http://erospsyxh.blogspot.gr/
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου