Βηθανία, εβραϊκή λέξη που σημαίνει «οίκος φοινίκων». Έμεινε γνωστή στην ιστορία ως πατρίδα του φίλου του Χριστού, Λαζάρου. Μικρή και ασήμαντη κώμη στο χώρο της Παλαιστίνης αλλά σημαντική στην ιστορία του Χριστιανισμού. Ήταν από τους τόπους που αγαπούσε ιδιαίτερα και διέτριβε πολύ συχνά ο Ιησούς. Και αυτό, οφειλόταν στον ιδιαίτερο δεσμό αγάπης και φιλίας που συνέδεε τον Θεάνθρωπο με την οικογένεια του Λαζάρου και με το λεπρό που κάποιοι θεωρούσαν ως πατέρα του Αγίου.
Γνωστό τυγχάνει το επεισόδιο της φιλοξενίας του Κυρίου στην οικία της Μάρθας και της Μαρίας, αδελφών του Λαζάρου, όπου η μεν Μάρθα «περιεσπάτο περί πολλήν διακονίαν», η δε Μαρία παρεκάθησε «παρά τους πόδας του Ιησού και ήκουε τον λόγον αυτού» (Λουκ. ι΄ 38-42). Το γεγονός όμως που δόξασε τη Βηθανία είναι η ανάσταση του Λαζάρου (Ιω. ια΄1-44), όπου ο Κύριος με αυτό το θαύμα προεικόνισε τη δική του ανάσταση. Γι΄ αυτά και η υμνολογία της Αγίας μας Εκκλησίας κατά το Σάββατο του Λαζάρου τονίζει πρωτίστως το μυστήριο της κοινής αναστάσεως και δευτερευόντως τη μνήμη του Αγίου.
Εκτός από τα δύο ανωτέρω σημαντικά γεγονότα που διαδραματίσθηκαν στη Βηθανία, υπάρχουν και άλλες ευαγγελικές αναφορές επισκέψεως και φιλοξενίας του Κυρίου στην οικία Σίμωνος του Λεπρού (Ιω. ιβ΄ 1-8, Μάρκ. ιδ΄3-9, Ματθ. Κστ΄6-13, Ιω. ιβ΄9-11, Ματθ. Κα΄17).
Όπως ήταν φυσικό, το θαύμα της εγέρσεως του Λαζάρου εξέγειρε τους Ιουδαίους και «εβουλεύσαντο οι αρχιερείς, ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν» (Ἰω. ιβ΄ 9-11), καθότι ήταν το ζωντανό τεκμήριο του θαύματος. Έτσι ο Άγιος διωκόμενος από τους Ιουδαίους καταφεύγει στη νήσο Κύπρο, όπου τον συναντούν οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας και τον χειροτονούν πρώτον επίσκοπο Κιτίου.
Το αρχαίο Κίτιο, η πόλη του φιλοσόφου Ζήνωνος είχε τη μεγάλη τιμή να ευαγγελισθεί το λόγο της Αληθείας όχι από έναν απλό εργάτη του Ευαγγελίου αλλά από ένα προσωπικό φίλο του Κυρίου. Σύμφωνα με τον Άγιο Επιφάνιο επίσκοπο Κωνσταντίας της Κύπρου (367-403), ο δίκαιος Λάζαρος έζησε άλλα τριάντα χρόνια μετά την έγερσή του. «Εν παραδόσεσιν εύρομεν ότι τριάκοντα ετών ήταν τότε ο Λάζαρος ότε εγήγερται, μετά δε το αναστήναι αυτόν, άλλα τριάκοντα έζησε, και ούτω προς Κύριον εξεδήμησε κοιμηθείς».
Εξωτερική άποψη του τάφου του αγ. Λαζάρου
Οι παραδόσεις τον θέλουν σκυθρωπό καὶ ἀγέλαστο κατὰ τὴν παροῦσα ζωή, καὶ αὐτὸ ὀφειλόταν στὰ ὅσα εἶχε δεῖ κατὰ τὴν τετραήμερη παραμονή του στὸν Ἄδη. Οἱ ἴδιες παραδόσεις ἀναφέρουν ὅτι δὲ γέλασε ποτὲ στὴ ζωή του παρὰ μία φορά, ὅταν εἶδε κάποιον νὰ κλέβει ἕνα πήλινο ἀγγεῖο καὶ σχολίασε ἀποφθεγματικά: «τὸ ἕνα χῶμα κλέβει τὸ ἄλλο».
Ἄλλη παράδοση συνδέει τὸν Ἅγιο μὲ τὴν Ἀλυκὴ τῆς Λάρνακος (σημερινὴ ὀνομασία τοῦ Κιτίου). Στὴ θέση τῆς Ἀλυκῆς ὑπῆρχε τὸν καιρὸ τοῦ Ἁγίου ἕνα μεγάλο ἀμπέλι. Διερχόμενος μιὰ μέρα ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Ἅγιος, δίψασε καὶ ζήτησε λίγο σταφύλι ἀπὸ τὴ γυναῖκα-ἰδιοκτήτη τοῦ ἀμπελιοῦ. Ἐκείνη ἀρνήθηκε καὶ γιὰ νὰ τὴν τιμωρήσει, μετέτρεψε θαυματουργικὰ τὸ τεράστιο ἀμπέλι σὲ ἀλυκή. Ἡ παράδοση αὐτὴ ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τοὺς ἐργᾶτες ποὺ συλλέγουν τὸ αλάτι. Ἰσχυρίζονται ὅτι σκάβοντας βρίσκουν ρίζες καὶ κορμοὺς ἀμπελιοῦ. Λέγεται μάλιστα, πὼς στὸ μέσο τῆς ἀλυκῆς βρίσκεται πηγάδι μὲ γλυκὸ νερό, γνωστὸ ὡς "πηγάδι τῆς «ρκάς» δηλ. τῆς γριάς. Ὁ Συναξαριστὴς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, σχετικὰ μὲ αὐτὴ τὴν παράδοση, ἀναφέρει ὅτι τὴ λίμνη διεκδικοῦσαν δύο ἀδέλφια, οἱ ὁποῖοι ἦρθαν σὲ ἔντονη ρήξη γιά τὴν κατοχή της. Ο Ἅγιος "διὰ προσευχῆς ἐξήρανε καὶ εἰς ἄλατος φύσιν αὐτὴν ἐπήξατο".
Στὰ "Πάτρια" τοῦ Ἁγίου Ὄρους γίνεται ἄμεση σύνδεση τῆς Κύπρου καὶ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου μὲ τὴ Θεοτόκο καὶ τὸν Ἄθωνα. Ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου, συνοδευομένη ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, ἦλθε στὸ Κίτιο, συνάντησε τὸν Ἅγιο Λάζαρο, στὸν ὁποῖο μάλιστα δώρησε ὡμοφόριο καὶ ἐπιμάνικα, ἐνῶ στὴ συνέχεια ἐπισκέφθηκε τὸν Ἄθω.
Σύμφωνα πάντα μὲ τὸν Συναξαριστὴ τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Ἅγιος ἐτάφη σὲ μαρμάρινη λάρνακα ἡ ὁποία ἔφερε τὴν ἐπιγραφή: "Λάζαρος ὁ τετραήμερος καὶ φίλος τοῦ Χριστοῦ". Ἡ λάρνακα τοποθετήθηκε ἀργότερα σὲ ἕναν μικρὸ ναό.
Ιερό λείψανο του αγ.Λαζάρου στο Κίτιο
Πέραν ἀπὸ τὴν πληροφορία τοῦ Ἁγίου Επιφανίου, σχετικὰ μὲ τὰ τριάντα χρόνια τῆς δεύτερης ζωῆς τοῦ Ἁγίου, ἡ παλαιότερη, κατὰ τοὺς ἐρευνητές, μαρτυρία γιὰ τὴν παράδοση τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Λαζάρου στὴν Κύπρο ἀποδίδεται στὸν Ἅγιο Ἰωάννη Εὐβοίας, πρεσβύτερο καὶ μοναχὸ τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας (περὶ τὸ 744). Ὁ Ἅγιος σὲ ὁμιλία του "Εἰς τὸν τετραήμερον Λάζαρον" ἀναφέρει: «Ἐμοὶ γὰρ εἴρηκεν γέρων τις περὶ τοῦ μακαρίου Λαζάρου πληροφορηθεὶς ἀπὸ γραφῆς τῶν αὐτοῦ ὑπομνημάτων, ὅτι ἐν Κύπρῳ τῇ νήσῳ ἐπίσκοπος γενάμενος καὶ τόν τοῦ μαρτυρίου στέφανον ὑπὲρ Χριστοῦ ἀνεδήσατο τὸν δρόμον τελέσας καὶ τὴν πίστην τηρήσας καὶ σὺν τῷ Χριστῷ αἰωνίως ἀγάλλεται».
Ὅπως γίνεται φανερό, γύρω στὰ 744 στὸν χώρο τῆς Ἀντιοχείας εἶναι γνωστὴ καὶ διαδεδομένη ἡ παράδοση για τὸν Ἅγιο Λάζαρο. Ἡ πληροφορία γιὰ μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἁγίου εἶναι μοναδικὴ καὶ δεν συναντᾶται σὲ ἄλλους Ἐκκλησιαστικοὺς συγγραφεῖς.
Ἡ τριακονταετὴς παραμονὴ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τοῦ Κιτίου εἶναι γνωστὴ καὶ στὸν Ἅγιο Θεόδωρο τὸ Στουδίτη (759-826), ὁ ὁποῖος ἀναφέρει εἰς τὰς Κατηχήσεις του: «Λαζάρου τοῦ μακαριωτάτου ἐορτάζωμεν τὰ μνημόσυνα, μᾶλλον δὲ τὰ ἐγέρσια, Λαζάρου ἐκείνου τὰ τριάκοντα ἔτη ζήσαντος, ὡς ὁ λόγος, καὶ ἐπισκοπήσαντος μετὰ τὴν ἀνάζησιν».
Ἡ ἀνακομιδὴ καὶ μετάθεση τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Λαζάρου ἀπὸ τὸ Κίτιο στὴν Κωνσταντινούπολη, ἡ ὁποία τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὴ 17ην Ὀκτωβρίου, ἔγινε κατὰ τὸ ἔτος 899 μετὰ ἀπὸ ἐντολὴ τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος Στ΄ τοῦ Σοφοῦ.
Τα σκαλοπάτια που οδηγούν στον τάφο του αγ. Λαζάρου
Ἡ μετάθεση τοῦ λειψάνου περιγράφεται λεπτομερῶς σὲ δύο πανηγυρικοὺς λόγους ποὺ ἐκφώνησε μπροστὰ στὸ ἱερὸ λείψανο παρουσία τοῦ αὐτοκράτορος ὁ μαθητὴς τοῦ Μεγάλου Φωτίου, μητροπολίτης Καισαρείας Ἀρέθας (850-μετά τὸ 932). Στὸν πρῶτο λόγο, ὁ λόγιος κληρικὸς ἐκθειάζει τὸ γεγονὸς τῆς ἀφίξεως τοῦ λειψάνου στὴν Κωνσταντινούπολη, ἐνῶ στὸ δεύτερο περιγράφει διεξοδικὰ τὴν πομπὴ ποὺ σχηματίσθηκε, μὲ τὴ συμμετοχὴ τοῦ αὐτοκράτορα, για τὴ μεταφορὰ τοῦ λειψάνου ἀπὸ τὴ Χρυσούπολη στὴν Ἁγία Σοφία.
Ὁ Λέων Στ΄, ὡς ἀντάλλαγμα τῆς μεταφορᾶς τοῦ λειψάνου στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀπέστειλε χρήματα καὶ τεχνῖτες στὴν Κύπρο, ὅπου ἔκτισαν τὸ μεγαλοπρεπὴ ναὸ τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος διατηρεῖται ὡς σήμερα στὴ Λάρνακα. Ἐκτὸς τούτου οἰκοδόμησε Μονὴ στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπ' ὀνόματι τοῦ δικαίου Λαζάρου, ὅπου ἐναπόθεσε τὸ ἱερὸ λείψανο. Στὴν ἴδια Μονὴ μεταφέρθηκε ἀργότερα ἀπὸ τὴν Ἔφεσο καὶ τὸ λείψανο τῆς Ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς. Κατὰ τὴ βυζαντινὴ ἐποχὴ διατηρήθηκε τὸ ἔθος νὰ ἐκκλησιάζεται στὴ μονὴ κατὰ τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου, ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας.
Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου πρέπει νὰ μεταφέρθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη μαζὶ μὲ τὴν παλαιὰ λάρνακα. Τοῦτο συμπεραίνεται ἀπὸ τὸ ὅτι ἡ μαρμάρινη λάρνακα, ποὺ ἐναπόκειται σήμερα κάτω ἀπὸ τὴν ἀγία Τράπεζα τοῦ ὁμωνύμου ναοῦ στὴ Λάρνακα, φέρει ἐπιγραφή, σὲ μεγαλογράμματη γραφή, «ΦΙΛΙΟΥ» (ὀνομαστική: Φίλιος), ἐνῶ ἡ παλαιὰ "Λάζαρος ὁ τετραήμερος καὶ φίλος τοῦ Χριστοῦ". Στὴ σημερινὴ λάρνακα ἀνευρέθηκε στὶς 23 Νοεμβρίου 1972 τμῆμα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ δικαίου Λαζάρου μέσα σὲ ξύλινη θήκη.
Το γεγονός αὐτὸ ὑποδεικνύει ὅτι οἱ Κιτιεὶς δὲν πρέπει να εἶχαν παραδώσει ὁλόκληρο τὸ λείψανο στὸν αὐτοκράτορα ἀλλὰ τὸ μεγαλύτερο μέρος του. Εξάλλου καὶ ὁ Ἀρέθας στοὺς λόγους του δὲν ἀναφέρεται σὲ ἄφθαρτο σκήνωμα ἀλλὰ σὲ «ὀστᾶ» καὶ «κόνιν». Ἐκτὸς αὐτοῦ ρωσικὴ πηγὴ στὴ βιβλιοθήκη τῆς Ὀξφόρδης ἀναφέρει ὅτι ἕνας Ρῶσος μοναχός ἀπὸ τὸ Μοναστήρι τοῦ Πσκώβ, ποὺ ἐπισκέφθηκε κατὰ τὸ 16ο αιώνα τὴν πόλη τῆς Λάρνακας, προσκύνησε τὰ ὀστᾶ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου καὶ πῆρε μαζί του μικρὸ τεμάχιο ἀπὸ αὐτά. Τὸ τεμάχιο διαφυλάσσεται ὡς σήμερα στὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Λαζάρου, στὴ μονὴ Πσκώβ. Ἡ δυνατότητα τὴν ὁποία εἶχε ὁ Ρῶσος μοναχὸς νὰ προσκυνήσει τὸν Ἅγιο ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ λάρνακα μὲ τὰ ἐναπομείναντα λείψανα ἦταν θεατὴ στοὺς προσκυνητὲς τουλάχιστον ὡς τὸ 16ο αἰῶνα. Ἀργότερα σὲ χρόνο ποὺ δὲν προσδιορίζεται, οἱ Κιτιεὶς τὴν ἔκρυψαν κάτω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ὅπου παρέμεινε μέχρι τὴν ἀνεύρεσή της κατὰ τὸ ἔτος 1972.
Ἀρχιμανδρίτης Λάζαρος Βατοπεδινός
Πηγή: http://imverias.blogspot.gr/
Γνωστό τυγχάνει το επεισόδιο της φιλοξενίας του Κυρίου στην οικία της Μάρθας και της Μαρίας, αδελφών του Λαζάρου, όπου η μεν Μάρθα «περιεσπάτο περί πολλήν διακονίαν», η δε Μαρία παρεκάθησε «παρά τους πόδας του Ιησού και ήκουε τον λόγον αυτού» (Λουκ. ι΄ 38-42). Το γεγονός όμως που δόξασε τη Βηθανία είναι η ανάσταση του Λαζάρου (Ιω. ια΄1-44), όπου ο Κύριος με αυτό το θαύμα προεικόνισε τη δική του ανάσταση. Γι΄ αυτά και η υμνολογία της Αγίας μας Εκκλησίας κατά το Σάββατο του Λαζάρου τονίζει πρωτίστως το μυστήριο της κοινής αναστάσεως και δευτερευόντως τη μνήμη του Αγίου.
Εκτός από τα δύο ανωτέρω σημαντικά γεγονότα που διαδραματίσθηκαν στη Βηθανία, υπάρχουν και άλλες ευαγγελικές αναφορές επισκέψεως και φιλοξενίας του Κυρίου στην οικία Σίμωνος του Λεπρού (Ιω. ιβ΄ 1-8, Μάρκ. ιδ΄3-9, Ματθ. Κστ΄6-13, Ιω. ιβ΄9-11, Ματθ. Κα΄17).
Όπως ήταν φυσικό, το θαύμα της εγέρσεως του Λαζάρου εξέγειρε τους Ιουδαίους και «εβουλεύσαντο οι αρχιερείς, ίνα και τον Λάζαρον αποκτείνωσιν» (Ἰω. ιβ΄ 9-11), καθότι ήταν το ζωντανό τεκμήριο του θαύματος. Έτσι ο Άγιος διωκόμενος από τους Ιουδαίους καταφεύγει στη νήσο Κύπρο, όπου τον συναντούν οι απόστολοι Παύλος και Βαρνάβας και τον χειροτονούν πρώτον επίσκοπο Κιτίου.
Το αρχαίο Κίτιο, η πόλη του φιλοσόφου Ζήνωνος είχε τη μεγάλη τιμή να ευαγγελισθεί το λόγο της Αληθείας όχι από έναν απλό εργάτη του Ευαγγελίου αλλά από ένα προσωπικό φίλο του Κυρίου. Σύμφωνα με τον Άγιο Επιφάνιο επίσκοπο Κωνσταντίας της Κύπρου (367-403), ο δίκαιος Λάζαρος έζησε άλλα τριάντα χρόνια μετά την έγερσή του. «Εν παραδόσεσιν εύρομεν ότι τριάκοντα ετών ήταν τότε ο Λάζαρος ότε εγήγερται, μετά δε το αναστήναι αυτόν, άλλα τριάκοντα έζησε, και ούτω προς Κύριον εξεδήμησε κοιμηθείς».
Εξωτερική άποψη του τάφου του αγ. Λαζάρου
Οι παραδόσεις τον θέλουν σκυθρωπό καὶ ἀγέλαστο κατὰ τὴν παροῦσα ζωή, καὶ αὐτὸ ὀφειλόταν στὰ ὅσα εἶχε δεῖ κατὰ τὴν τετραήμερη παραμονή του στὸν Ἄδη. Οἱ ἴδιες παραδόσεις ἀναφέρουν ὅτι δὲ γέλασε ποτὲ στὴ ζωή του παρὰ μία φορά, ὅταν εἶδε κάποιον νὰ κλέβει ἕνα πήλινο ἀγγεῖο καὶ σχολίασε ἀποφθεγματικά: «τὸ ἕνα χῶμα κλέβει τὸ ἄλλο».
Ἄλλη παράδοση συνδέει τὸν Ἅγιο μὲ τὴν Ἀλυκὴ τῆς Λάρνακος (σημερινὴ ὀνομασία τοῦ Κιτίου). Στὴ θέση τῆς Ἀλυκῆς ὑπῆρχε τὸν καιρὸ τοῦ Ἁγίου ἕνα μεγάλο ἀμπέλι. Διερχόμενος μιὰ μέρα ἀπὸ ἐκεῖ ὁ Ἅγιος, δίψασε καὶ ζήτησε λίγο σταφύλι ἀπὸ τὴ γυναῖκα-ἰδιοκτήτη τοῦ ἀμπελιοῦ. Ἐκείνη ἀρνήθηκε καὶ γιὰ νὰ τὴν τιμωρήσει, μετέτρεψε θαυματουργικὰ τὸ τεράστιο ἀμπέλι σὲ ἀλυκή. Ἡ παράδοση αὐτὴ ἐπιβεβαιώνεται ἀπὸ τοὺς ἐργᾶτες ποὺ συλλέγουν τὸ αλάτι. Ἰσχυρίζονται ὅτι σκάβοντας βρίσκουν ρίζες καὶ κορμοὺς ἀμπελιοῦ. Λέγεται μάλιστα, πὼς στὸ μέσο τῆς ἀλυκῆς βρίσκεται πηγάδι μὲ γλυκὸ νερό, γνωστὸ ὡς "πηγάδι τῆς «ρκάς» δηλ. τῆς γριάς. Ὁ Συναξαριστὴς τῆς Κωνσταντινουπόλεως, σχετικὰ μὲ αὐτὴ τὴν παράδοση, ἀναφέρει ὅτι τὴ λίμνη διεκδικοῦσαν δύο ἀδέλφια, οἱ ὁποῖοι ἦρθαν σὲ ἔντονη ρήξη γιά τὴν κατοχή της. Ο Ἅγιος "διὰ προσευχῆς ἐξήρανε καὶ εἰς ἄλατος φύσιν αὐτὴν ἐπήξατο".
Στὰ "Πάτρια" τοῦ Ἁγίου Ὄρους γίνεται ἄμεση σύνδεση τῆς Κύπρου καὶ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου μὲ τὴ Θεοτόκο καὶ τὸν Ἄθωνα. Ἡ μητέρα τοῦ Κυρίου, συνοδευομένη ἀπὸ τὸν Εὐαγγελιστὴ Ἰωάννη, ἦλθε στὸ Κίτιο, συνάντησε τὸν Ἅγιο Λάζαρο, στὸν ὁποῖο μάλιστα δώρησε ὡμοφόριο καὶ ἐπιμάνικα, ἐνῶ στὴ συνέχεια ἐπισκέφθηκε τὸν Ἄθω.
Σύμφωνα πάντα μὲ τὸν Συναξαριστὴ τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὁ Ἅγιος ἐτάφη σὲ μαρμάρινη λάρνακα ἡ ὁποία ἔφερε τὴν ἐπιγραφή: "Λάζαρος ὁ τετραήμερος καὶ φίλος τοῦ Χριστοῦ". Ἡ λάρνακα τοποθετήθηκε ἀργότερα σὲ ἕναν μικρὸ ναό.
Ιερό λείψανο του αγ.Λαζάρου στο Κίτιο
Πέραν ἀπὸ τὴν πληροφορία τοῦ Ἁγίου Επιφανίου, σχετικὰ μὲ τὰ τριάντα χρόνια τῆς δεύτερης ζωῆς τοῦ Ἁγίου, ἡ παλαιότερη, κατὰ τοὺς ἐρευνητές, μαρτυρία γιὰ τὴν παράδοση τῆς παρουσίας τοῦ Ἁγίου Λαζάρου στὴν Κύπρο ἀποδίδεται στὸν Ἅγιο Ἰωάννη Εὐβοίας, πρεσβύτερο καὶ μοναχὸ τοῦ Πατριαρχείου Ἀντιοχείας (περὶ τὸ 744). Ὁ Ἅγιος σὲ ὁμιλία του "Εἰς τὸν τετραήμερον Λάζαρον" ἀναφέρει: «Ἐμοὶ γὰρ εἴρηκεν γέρων τις περὶ τοῦ μακαρίου Λαζάρου πληροφορηθεὶς ἀπὸ γραφῆς τῶν αὐτοῦ ὑπομνημάτων, ὅτι ἐν Κύπρῳ τῇ νήσῳ ἐπίσκοπος γενάμενος καὶ τόν τοῦ μαρτυρίου στέφανον ὑπὲρ Χριστοῦ ἀνεδήσατο τὸν δρόμον τελέσας καὶ τὴν πίστην τηρήσας καὶ σὺν τῷ Χριστῷ αἰωνίως ἀγάλλεται».
Ὅπως γίνεται φανερό, γύρω στὰ 744 στὸν χώρο τῆς Ἀντιοχείας εἶναι γνωστὴ καὶ διαδεδομένη ἡ παράδοση για τὸν Ἅγιο Λάζαρο. Ἡ πληροφορία γιὰ μαρτυρικὸ θάνατο τοῦ Ἁγίου εἶναι μοναδικὴ καὶ δεν συναντᾶται σὲ ἄλλους Ἐκκλησιαστικοὺς συγγραφεῖς.
Ἡ τριακονταετὴς παραμονὴ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου στὸν ἐπισκοπικὸ θρόνο τοῦ Κιτίου εἶναι γνωστὴ καὶ στὸν Ἅγιο Θεόδωρο τὸ Στουδίτη (759-826), ὁ ὁποῖος ἀναφέρει εἰς τὰς Κατηχήσεις του: «Λαζάρου τοῦ μακαριωτάτου ἐορτάζωμεν τὰ μνημόσυνα, μᾶλλον δὲ τὰ ἐγέρσια, Λαζάρου ἐκείνου τὰ τριάκοντα ἔτη ζήσαντος, ὡς ὁ λόγος, καὶ ἐπισκοπήσαντος μετὰ τὴν ἀνάζησιν».
Ἡ ἀνακομιδὴ καὶ μετάθεση τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Λαζάρου ἀπὸ τὸ Κίτιο στὴν Κωνσταντινούπολη, ἡ ὁποία τιμᾶται ἀπὸ τὴν Ἐκκλησία τὴ 17ην Ὀκτωβρίου, ἔγινε κατὰ τὸ ἔτος 899 μετὰ ἀπὸ ἐντολὴ τοῦ αὐτοκράτορος Λέοντος Στ΄ τοῦ Σοφοῦ.
Τα σκαλοπάτια που οδηγούν στον τάφο του αγ. Λαζάρου
Ἡ μετάθεση τοῦ λειψάνου περιγράφεται λεπτομερῶς σὲ δύο πανηγυρικοὺς λόγους ποὺ ἐκφώνησε μπροστὰ στὸ ἱερὸ λείψανο παρουσία τοῦ αὐτοκράτορος ὁ μαθητὴς τοῦ Μεγάλου Φωτίου, μητροπολίτης Καισαρείας Ἀρέθας (850-μετά τὸ 932). Στὸν πρῶτο λόγο, ὁ λόγιος κληρικὸς ἐκθειάζει τὸ γεγονὸς τῆς ἀφίξεως τοῦ λειψάνου στὴν Κωνσταντινούπολη, ἐνῶ στὸ δεύτερο περιγράφει διεξοδικὰ τὴν πομπὴ ποὺ σχηματίσθηκε, μὲ τὴ συμμετοχὴ τοῦ αὐτοκράτορα, για τὴ μεταφορὰ τοῦ λειψάνου ἀπὸ τὴ Χρυσούπολη στὴν Ἁγία Σοφία.
Ὁ Λέων Στ΄, ὡς ἀντάλλαγμα τῆς μεταφορᾶς τοῦ λειψάνου στὴν Κωνσταντινούπολη, ἀπέστειλε χρήματα καὶ τεχνῖτες στὴν Κύπρο, ὅπου ἔκτισαν τὸ μεγαλοπρεπὴ ναὸ τοῦ Ἁγίου, ὁ ὁποῖος διατηρεῖται ὡς σήμερα στὴ Λάρνακα. Ἐκτὸς τούτου οἰκοδόμησε Μονὴ στὴν Κωνσταντινούπολη ἐπ' ὀνόματι τοῦ δικαίου Λαζάρου, ὅπου ἐναπόθεσε τὸ ἱερὸ λείψανο. Στὴν ἴδια Μονὴ μεταφέρθηκε ἀργότερα ἀπὸ τὴν Ἔφεσο καὶ τὸ λείψανο τῆς Ἁγίας Μαρίας τῆς Μαγδαληνῆς. Κατὰ τὴ βυζαντινὴ ἐποχὴ διατηρήθηκε τὸ ἔθος νὰ ἐκκλησιάζεται στὴ μονὴ κατὰ τὸ Σάββατο τοῦ Λαζάρου, ὁ ἴδιος ὁ αὐτοκράτορας.
Τὸ ἱερὸ λείψανο τοῦ Ἁγίου πρέπει νὰ μεταφέρθηκε στὴν Κωνσταντινούπολη μαζὶ μὲ τὴν παλαιὰ λάρνακα. Τοῦτο συμπεραίνεται ἀπὸ τὸ ὅτι ἡ μαρμάρινη λάρνακα, ποὺ ἐναπόκειται σήμερα κάτω ἀπὸ τὴν ἀγία Τράπεζα τοῦ ὁμωνύμου ναοῦ στὴ Λάρνακα, φέρει ἐπιγραφή, σὲ μεγαλογράμματη γραφή, «ΦΙΛΙΟΥ» (ὀνομαστική: Φίλιος), ἐνῶ ἡ παλαιὰ "Λάζαρος ὁ τετραήμερος καὶ φίλος τοῦ Χριστοῦ". Στὴ σημερινὴ λάρνακα ἀνευρέθηκε στὶς 23 Νοεμβρίου 1972 τμῆμα τοῦ ἱεροῦ λειψάνου τοῦ δικαίου Λαζάρου μέσα σὲ ξύλινη θήκη.
Το γεγονός αὐτὸ ὑποδεικνύει ὅτι οἱ Κιτιεὶς δὲν πρέπει να εἶχαν παραδώσει ὁλόκληρο τὸ λείψανο στὸν αὐτοκράτορα ἀλλὰ τὸ μεγαλύτερο μέρος του. Εξάλλου καὶ ὁ Ἀρέθας στοὺς λόγους του δὲν ἀναφέρεται σὲ ἄφθαρτο σκήνωμα ἀλλὰ σὲ «ὀστᾶ» καὶ «κόνιν». Ἐκτὸς αὐτοῦ ρωσικὴ πηγὴ στὴ βιβλιοθήκη τῆς Ὀξφόρδης ἀναφέρει ὅτι ἕνας Ρῶσος μοναχός ἀπὸ τὸ Μοναστήρι τοῦ Πσκώβ, ποὺ ἐπισκέφθηκε κατὰ τὸ 16ο αιώνα τὴν πόλη τῆς Λάρνακας, προσκύνησε τὰ ὀστᾶ τοῦ Ἁγίου Λαζάρου καὶ πῆρε μαζί του μικρὸ τεμάχιο ἀπὸ αὐτά. Τὸ τεμάχιο διαφυλάσσεται ὡς σήμερα στὸ παρεκκλήσιο τοῦ Ἁγίου Λαζάρου, στὴ μονὴ Πσκώβ. Ἡ δυνατότητα τὴν ὁποία εἶχε ὁ Ρῶσος μοναχὸς νὰ προσκυνήσει τὸν Ἅγιο ὁδηγεῖ στὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ λάρνακα μὲ τὰ ἐναπομείναντα λείψανα ἦταν θεατὴ στοὺς προσκυνητὲς τουλάχιστον ὡς τὸ 16ο αἰῶνα. Ἀργότερα σὲ χρόνο ποὺ δὲν προσδιορίζεται, οἱ Κιτιεὶς τὴν ἔκρυψαν κάτω ἀπὸ τὴν Ἁγία Τράπεζα ὅπου παρέμεινε μέχρι τὴν ἀνεύρεσή της κατὰ τὸ ἔτος 1972.
Ἀρχιμανδρίτης Λάζαρος Βατοπεδινός
Πηγή: http://imverias.blogspot.gr/
Έτη ευλογημένα, πολύκαρπα, δημιουργικά και πολλά!
ΑπάντησηΔιαγραφήΈρρωσθε!