Και έπειτα έρχεται η ώρα που κρατάς
Και πάλι ένα μωρό στα χέρια σου.
Μαλλιαρό, συνοφρυωμένο, κατακόκκινο τσατισμένο
Που βρέθηκε από τη θαλπωρή της μήτρας
Στην αγκαλιά σου.
Το κοιτάς, το ξανακοιτάς
Και δυσκολεύεσαι να πιστέψεις
Ότι είναι δικό σου.
Ότι δεν είστε πια τρεις αλλά τέσσερις.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως η δική μας
Δυσκολεύεσαι ακόμα και να πιστέψεις
Ότι αυτή τη φορά όλα πήγαν καλά.
Ότι το μωρό ήταν στα χέρια σας από την πρώτη στιγμή
Ότι βγήκε μαζί σας από το μαιευτήριο, ότι είναι υγιές.
Και παίρνεις μια βαθιά ανάσα
Και δέχεσαι με χαρά όσους φίλους
Και συγγενείς αψήφισαν τη χιονοθύελλα της Παρασκευής
Και του Σαββάτου για να περάσουν να σας δουν.
Όταν σε κοιτά ανέκφραστο στα μάτια.
Να ξαναμιλήσεις με φίλους και συγγενείς
Που παίρνουν για να μάθουν τι κάνετε
Να τρέξεις να αλλάξεις τα μισά δώρα
Και να μην ξέρεις τι να πάρεις
Αφού τα έχεις όλα από το προηγούμενο μωρό.
Και στο ενδιάμεσο χαζεύεις λίγο στο Ίντερνετ
Διαβάζεις και τις εφημερίδες.
Και βλέπεις τον κακό χαμό στο κέντρο της Αθήνας
Τον κόσμο που ξυλοκοπήθηκε από τα ΜΑΤ, τις απεργίες.
Και πάλι ένα μωρό στα χέρια σου.
Μαλλιαρό, συνοφρυωμένο, κατακόκκινο τσατισμένο
Που βρέθηκε από τη θαλπωρή της μήτρας
Στην αγκαλιά σου.
Το κοιτάς, το ξανακοιτάς
Και δυσκολεύεσαι να πιστέψεις
Ότι είναι δικό σου.
Ότι δεν είστε πια τρεις αλλά τέσσερις.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, όπως η δική μας
Δυσκολεύεσαι ακόμα και να πιστέψεις
Ότι αυτή τη φορά όλα πήγαν καλά.
Ότι το μωρό ήταν στα χέρια σας από την πρώτη στιγμή
Ότι βγήκε μαζί σας από το μαιευτήριο, ότι είναι υγιές.
Και παίρνεις μια βαθιά ανάσα
Και δέχεσαι με χαρά όσους φίλους
Και συγγενείς αψήφισαν τη χιονοθύελλα της Παρασκευής
Και του Σαββάτου για να περάσουν να σας δουν.
Κι έπειτα έρχεσαι σπίτι.
Χωρίς τον μεγάλο (και καλά, 2 ετών) να περιμένει
Αφού είναι κρυολογημένος
Και αρχίζεις από την αρχή όλο αυτό το απίστευτα κουραστικό
Αλλά ταυτόχρονα μαγικό ταξίδι
Στις πρώτες ημέρες της ζωής ενός ανθρώπου.
Να φάει- θα θηλάσει;
Να μην ξεχάσεις να του χτυπήσεις την πλατούλα να ρευτεί.
Να το αλλάξεις, να το πλύνεις, να το κρατήσεις στα χέρια
Και να κοιτάζεις αυτά τα απειροελάχιστα δαχτυλάκια
Σαν κλαράκια, να σφίγγουν σε γροθίτσες.
Να προλάβεις να κάνεις όλες τις δουλειές όσο κοιμάται.
Να αναρωτηθείς τι σκέφτεται άραγε Όταν σε κοιτά ανέκφραστο στα μάτια.
Να ξαναμιλήσεις με φίλους και συγγενείς
Που παίρνουν για να μάθουν τι κάνετε
Να τρέξεις να αλλάξεις τα μισά δώρα
Και να μην ξέρεις τι να πάρεις
Αφού τα έχεις όλα από το προηγούμενο μωρό.
Και στο ενδιάμεσο χαζεύεις λίγο στο Ίντερνετ
Διαβάζεις και τις εφημερίδες.
Και βλέπεις τον κακό χαμό στο κέντρο της Αθήνας
Τον κόσμο που ξυλοκοπήθηκε από τα ΜΑΤ, τις απεργίες.
Με φίλους και συγγενείς
Γιατί ποτέ δεν φανταζόσουν ότι ακόμα και εκείνη τη στιγμή
Θα μιλούσες για το ποιοι γνωστοί σου έμειναν άνεργοι
Πόσοι είχαν μειώσεις μισθών, πόσοι πάνε για εξωτερικό
Και πόσοι για φούντο
Και να βλέπεις την ίδια ανησυχία στα μάτια όλων.
Κι έπειτα, όταν η μαμά και το μωρό κοιμούνται
Γράφεις ένα μικρό κείμενο
Στο ξεχασμένο σου μπλογκάκι στο ίντερνετ
Για όλα όσα σκεφτόσουν αυτές τις ημέρες
Και σε διακόπτει το κλάμα του μωρού.
Το πιάνεις, το κοιτάζεις και βουρκώνεις
Γιατί μέσα σου εύχεσαι να μη νιώσεις το ίδιο ανήμπορος όσο κι αυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου