Η είσοδος των πιστών στην Εκκλησία με το βάπτισμα τους σημαίνει, ότι πέθαναν μαζί με τον Χριστό και αναστήθηκαν μαζί του, έχοντας την κλήση και τη χαρισματική δυνατότητα να ζήσουν μια νέα ζωή. Θεμελιώδες γνώρισμα αυτής της ζωής είναι η νέκρωση των διαφόρων παθών. Ως εκ τούτου ο Απόστολος των εθνών συνιστά τη νέκρωση «των μελών των επί της γης». Κάτω από τη διατύπωση αυτή του Παύλου οφείλουμε να εννοήσουμε είτε τα μέλη του σώματος, όταν αυτά μεταβάλλονται σε όργανα του παλαιού - πεπτωκότος ανθρώπου και των εμπαθών επιθυμιών του, είτε τα αμαρτήματα που ο άνθρωπος ενεργεί μέσω των μελών του και τα οποία ονομάζει «επί της γης».
Για να γίνει αυτό σαφέστερο ο Απόστολος προχωρεί στην απαρίθμηση πέντε συγκεκριμένων αμαρτημάτων, πού σχετίζονται με το ανθρώπινο σώμα. Σαν πρώτο αμάρτημα της σαρκός ο Παύλος αναφέρει την «πορνεία». Σαν δεύτερο αναφέρει την «ακαθαρσία», που και αλλού αναφέρεται μαζί με την πορνεία. Η πορνεία και η ακαθαρσία είναι η ηθική ρυπαρότητα. Εννοούνται βασικά εδώ τα πάθη και αμαρτήματα της σαρκός. Ο Μ. Βασίλειος μάλιστα παρατηρεί πως τα διάφορα είδη των σαρκικών παθών τα δίδαξαν στους ανθρώπους οι δαίμονες. Το τρίτο αμάρτημα στη σειρά είναι το «πάθος» . Σύμφωνα με τον Ευθύμιο Ζιγαβηνό ως «πάθος» θα πρέπει να εννοήσουμε την αμαρτία γενικότερα. Ακολουθεί η «κακή επιθυμία», που είναι ό,τι ενσπείρει στην καρδιά του ανθρώπου η ελκτική δύναμη της αμαρτίας. Ως τελευταία αμαρτωλή εκδήλωση μνημονεύεται η «πλεονεξία», η οποία και χαρακτηρίζεται σαν ειδωλολατρία. Πλεονεξία είναι η άμετρη και ασυγκράτητη προσκόλληση της καρδιάς του άνθρωπου στα υλικά αγαθά του παρόντος κόσμου. Η υπέρμετρη και άλογη αγάπη και προσκόλληση του ανθρώπου στο χρήμα και τα υλικά αγαθά, αποτελεί ουσιαστικά μια μορφή ειδωλολατρίας. Αυτό επισημαίνει και αποδέχεται σύμπασα η Πατερική παράδοση και γραμματεία.
Για τα αμαρτήματα που προανέφερε, στην συνέχεια ο Παύλος διδάσκει ότι προκαλούν την οργή του Θεού (στίχος 6). Οι «υιοί της απειθείας», στους οποίους έρχεται η θεία οργή, είναι εκείνοι πού καταδυναστεύονται από τα πάθη που μνημόνευσε στον στίχο 5. Τους ονομάζει δε «υιούς της απειθείας» επειδή παραγκωνίζουν και παραγνωρίζουν, ενώ γνωρίζουν τις εντολές του Θεού. Δεν αμαρτάνουν απο άγνοια, αλλά ηθελημένα. Η οργή του Θεού, που υπενθυμίζει ο Απόστολος και σε άλλες περιπτώσεις, είναι «μέλλουσα». Ωστόσο, πολλές φορές η οργή του Θεού ξεσπά και κατά τον παρόντα αιώνα. Η σαρκολατρεία καταστρέφει ολόκληρους λαούς. Ας θυμηθούμε εδώ απο την Γραφή τον κατακλυσμό επί εποχής του Νώε και τα Σόδομα και τα Γόμορα, τα οποία ο Θεός κατέστρεψε. Ουσιαστικά οι ίδιοι οι άνθρωποι αυτοκαταστρέφονται, αφού απομακρύνονται απο την όντως Ζωή, δηλαδή το Θεό. Αφήνουν τα πάθη να γίνουν για αυτούς δεύτερη φύση, δίνοντας έτσι δικαιώματα στο διάβολο. Αναφέραμε τον κατακλυσμό του Νώε και τα Σόδομα και τα Γόμορα, όπου η καταστροφή ήταν ολοκληρωτική. Όταν όμως υπάρχουν περιθώρια για αλλαγή πορείας, δηλαδή για μετάνοια, τότε έρχεται η οργή του Θεού ως αφύπνιση, για να τους ξυπνήσει από τον λήθαργο της αμαρτίας και να τους οδηγήσει σε μετάνοια. Στο στίχο 7 ο Παύλος υπενθυμίζει στους Κολοσσαείς ότι κι αυτοί παλαιότερα, όταν ακόμη άνηκαν στην τάξη, των εθνικών και δεν είχαν πιστέψει στον Χριστό, ζούσαν υποταγμένοι στα αμαρτήματα πού προανέφερε. Τώρα όμως οι Κολοσσαείς κλήθηκαν απο το Θεό να ζήσουν μια νέα ζωή, η οποία συνίσταται στην απαλλαγή απο την τυρρανία των παθών και της αμαρτίας.
Στον στίχο 5 ο Απόστολος συνέστησε την απαλλαγή από δύο ιδιαίτερα τυραννικά πά¬θη: την επιθυμία της σαρκός και την επιθυμία του πλούτου. Στον στίχο 8 έρχεται να υποδείξει την αποφυγή και άλλων αμαρτημάτων. Οι Κολοσσαείς προτρέπονται να πετάξουν από πάνω τους «τα πάντα», τα πάθη δηλαδή που στη συνέχεια απαριθμούνται. Πρόκειται για μια νέα πεντάδα αμαρτημάτων. Το πρώτο που αναφέρει ο Παύλος είναι η οργή. Ανάλογο πάθος είναι και ο θυμός, που ο άγιος Νείλος ονομάζει «κίνησιν δαιμονιώδη». «Κακία» είναι η μνησι¬κακία, πάθος σκοτεινό που δηλητηριάζει την καρδιά. Η «βλα¬σφημία», σημαίνει την κακολογία, τις λοιδορίες και τις ύβρεις εναντίων εκείνου που τυχόν λύπησε ή έβλαψε κάποιον. Τελευταίο αμάρτημα αναφέρεται η «αισχρολογία», δηλαδή οι άσεμνοι και αισχροί λόγοι.
Ένα άλλο αμάρτημα, του όποιου την αποφυγή παραγ¬γέλλει στη συνέχεια ο Απόστολος (στίχος 9), είναι το ψεύδος «εις αλλήλους». Το ψεύδος αναιρεί την αγάπη και κλονίζει την εμπιστοσύνη που αποτελούν τη συνεκτική δύναμη, η οποία συνενώνει τα μελή της Εκκλησίας μεταξύ τους. Γενικά ο απόστολος Παύλος μας καλεί να απεκδυθούμε τον παλαιό άνθρωπο της αμαρτίας. Η «απέκδυση» του παλαιού και η «ένδυση» του νέου ανθρώπου (στίχος 10) εκ μέρους του Χριστιανού - ένα θαυμαστό γεγονός πού συντελείται κατά την ώρα του βαπτίσματος του - δεν του επιτρέπει να υποπίπτει στο αμάρτημα του ψεύδους. «Παλαιός άνθρωπος», πού μαζί με τις πράξεις του ο Χριστιανός απεκδύεται κατά την ώρα του βαπτίσματος του, είναι ο άνθρωπος πού βρίσκεται υπό το κράτος αμαρτίας. «Νέος άνθρωπος» είναι εκείνος πού αναγεν¬νήθηκε με το βάπτισμα του Χριστού και ανεδείχθη καινούργια ύπαρξη. Ο «νέος άνθρωπος» ανανεώνεται συνεχώς «κατ’ εικόνα του κτίσαντος αυτόν». Η διατύπωση αυτή του Παύλου, φαίνεται να υπαινίσσε¬ται το Γεν. 1, 26, οπού περιγράφεται η αρχική δημιουργία του ανθρώπου «κατ' εικόνα Θεού». Ο «κτίσας» είναι ο Θεός, ο Δημιουργός των πάντων. Η απέκδυση του παλαιού ανθρώπου και η ένδυση του νέου, δεν γίνεται μόνο στο Βάπτισμα. Πρέπει να γίνεται συνεχώς στη διάρκεια της ζωής μας. Καλούμαστε ως χριστιανοί να απαλλαγούμε απο την αμαρτία μέσω της άσκησης και κυρίως με το μυστήριο της Μετανοίας, που είναι το «δεύτερο Βάπτισμα».
Οι εν Χριστώ αναγεννημένοι άνθρωποι αποτελούν τη νέα ανθρωπότητα που είναι η Εκκλησία, μέσα στην οποία καταργείται κάθε είδους εγκόσμια διάκριση, πού είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας, και εγκαθιδρύεται μια καινούργια ενότητα πού πηγάζει από τον Χριστό. Στη νέα κατάσταση του εν Χριστό ανθρώπου «ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος, περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (στίχος 11). Οι διακρίσεις πού καταργούνται στην νέα πραγματικότητα, που είναι η Εκκλησία του Χριστού είναι οι εξής: α) Εθνικότητας ή φυλής: Παύει να υπάρχει η οξεία διάκριση μεταξύ Ιου¬δαίου και Έλληνα. β) Θρησκευτικές: Καταργείται ή διάκριση μεταξύ περιτμημένων και απερίτμητων. γ) Πολιτιστικές και μορφωτικές: «βάρβαροι» ονομάζονταν εκείνοι που δεν μιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Οι «Σκύθες» εθεωρούντο ως το κατ' εξοχήν απαίδευτο και βάρβαρο έθνος. δ) Κοινωνικές: Μέσα στην Εκκλησία παύει να ισχύει και η διάκριση μεταξύ «δούλων» και «ελευθέρων». «Αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός»: πηγή ενότητας για τους Χριστιανούς είναι ο Χριστός. Εν Χριστώ καταργείται κάθε είδους διάκριση.
«Νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επί της γης...», Δηλαδή μας καλεί να απεκδυθούμε τον παλαιό άνθρωπο με τα πάθη του και να ενδυθούμε το νέο. Ένας καινούργιος άνθρωπος λοιπόν! Άνθρωπος θεοειδής και χριστοειδής. Αυτό ακριβώς είναι το όραμα του Χριστιανισμού, που κάνει πραγματικότητα η χάρη του Χριστού μέσα στο μεγάλο εργαστήρι της αγιότητας, την Εκκλησία. Γι’ αυτό ήρθε ο Χριστός στον κόσμο. Γι’ αυτό σταυρώθηκε και αναστήθηκε. Γι’ αυτό ίδρυσε την Εκκλησία του. Γι’ αυτό μας έστειλε το Άγιο Πνεύμα, το οποίο «όλον συγκροτεί τον θεσμό της Εκκλησίας» και μας αγιάζει από την παρούσα ζωή.
Ρένου Κωνσταντίνου, θεολόγου
Για να γίνει αυτό σαφέστερο ο Απόστολος προχωρεί στην απαρίθμηση πέντε συγκεκριμένων αμαρτημάτων, πού σχετίζονται με το ανθρώπινο σώμα. Σαν πρώτο αμάρτημα της σαρκός ο Παύλος αναφέρει την «πορνεία». Σαν δεύτερο αναφέρει την «ακαθαρσία», που και αλλού αναφέρεται μαζί με την πορνεία. Η πορνεία και η ακαθαρσία είναι η ηθική ρυπαρότητα. Εννοούνται βασικά εδώ τα πάθη και αμαρτήματα της σαρκός. Ο Μ. Βασίλειος μάλιστα παρατηρεί πως τα διάφορα είδη των σαρκικών παθών τα δίδαξαν στους ανθρώπους οι δαίμονες. Το τρίτο αμάρτημα στη σειρά είναι το «πάθος» . Σύμφωνα με τον Ευθύμιο Ζιγαβηνό ως «πάθος» θα πρέπει να εννοήσουμε την αμαρτία γενικότερα. Ακολουθεί η «κακή επιθυμία», που είναι ό,τι ενσπείρει στην καρδιά του ανθρώπου η ελκτική δύναμη της αμαρτίας. Ως τελευταία αμαρτωλή εκδήλωση μνημονεύεται η «πλεονεξία», η οποία και χαρακτηρίζεται σαν ειδωλολατρία. Πλεονεξία είναι η άμετρη και ασυγκράτητη προσκόλληση της καρδιάς του άνθρωπου στα υλικά αγαθά του παρόντος κόσμου. Η υπέρμετρη και άλογη αγάπη και προσκόλληση του ανθρώπου στο χρήμα και τα υλικά αγαθά, αποτελεί ουσιαστικά μια μορφή ειδωλολατρίας. Αυτό επισημαίνει και αποδέχεται σύμπασα η Πατερική παράδοση και γραμματεία.
Για τα αμαρτήματα που προανέφερε, στην συνέχεια ο Παύλος διδάσκει ότι προκαλούν την οργή του Θεού (στίχος 6). Οι «υιοί της απειθείας», στους οποίους έρχεται η θεία οργή, είναι εκείνοι πού καταδυναστεύονται από τα πάθη που μνημόνευσε στον στίχο 5. Τους ονομάζει δε «υιούς της απειθείας» επειδή παραγκωνίζουν και παραγνωρίζουν, ενώ γνωρίζουν τις εντολές του Θεού. Δεν αμαρτάνουν απο άγνοια, αλλά ηθελημένα. Η οργή του Θεού, που υπενθυμίζει ο Απόστολος και σε άλλες περιπτώσεις, είναι «μέλλουσα». Ωστόσο, πολλές φορές η οργή του Θεού ξεσπά και κατά τον παρόντα αιώνα. Η σαρκολατρεία καταστρέφει ολόκληρους λαούς. Ας θυμηθούμε εδώ απο την Γραφή τον κατακλυσμό επί εποχής του Νώε και τα Σόδομα και τα Γόμορα, τα οποία ο Θεός κατέστρεψε. Ουσιαστικά οι ίδιοι οι άνθρωποι αυτοκαταστρέφονται, αφού απομακρύνονται απο την όντως Ζωή, δηλαδή το Θεό. Αφήνουν τα πάθη να γίνουν για αυτούς δεύτερη φύση, δίνοντας έτσι δικαιώματα στο διάβολο. Αναφέραμε τον κατακλυσμό του Νώε και τα Σόδομα και τα Γόμορα, όπου η καταστροφή ήταν ολοκληρωτική. Όταν όμως υπάρχουν περιθώρια για αλλαγή πορείας, δηλαδή για μετάνοια, τότε έρχεται η οργή του Θεού ως αφύπνιση, για να τους ξυπνήσει από τον λήθαργο της αμαρτίας και να τους οδηγήσει σε μετάνοια. Στο στίχο 7 ο Παύλος υπενθυμίζει στους Κολοσσαείς ότι κι αυτοί παλαιότερα, όταν ακόμη άνηκαν στην τάξη, των εθνικών και δεν είχαν πιστέψει στον Χριστό, ζούσαν υποταγμένοι στα αμαρτήματα πού προανέφερε. Τώρα όμως οι Κολοσσαείς κλήθηκαν απο το Θεό να ζήσουν μια νέα ζωή, η οποία συνίσταται στην απαλλαγή απο την τυρρανία των παθών και της αμαρτίας.
Στον στίχο 5 ο Απόστολος συνέστησε την απαλλαγή από δύο ιδιαίτερα τυραννικά πά¬θη: την επιθυμία της σαρκός και την επιθυμία του πλούτου. Στον στίχο 8 έρχεται να υποδείξει την αποφυγή και άλλων αμαρτημάτων. Οι Κολοσσαείς προτρέπονται να πετάξουν από πάνω τους «τα πάντα», τα πάθη δηλαδή που στη συνέχεια απαριθμούνται. Πρόκειται για μια νέα πεντάδα αμαρτημάτων. Το πρώτο που αναφέρει ο Παύλος είναι η οργή. Ανάλογο πάθος είναι και ο θυμός, που ο άγιος Νείλος ονομάζει «κίνησιν δαιμονιώδη». «Κακία» είναι η μνησι¬κακία, πάθος σκοτεινό που δηλητηριάζει την καρδιά. Η «βλα¬σφημία», σημαίνει την κακολογία, τις λοιδορίες και τις ύβρεις εναντίων εκείνου που τυχόν λύπησε ή έβλαψε κάποιον. Τελευταίο αμάρτημα αναφέρεται η «αισχρολογία», δηλαδή οι άσεμνοι και αισχροί λόγοι.
Ένα άλλο αμάρτημα, του όποιου την αποφυγή παραγ¬γέλλει στη συνέχεια ο Απόστολος (στίχος 9), είναι το ψεύδος «εις αλλήλους». Το ψεύδος αναιρεί την αγάπη και κλονίζει την εμπιστοσύνη που αποτελούν τη συνεκτική δύναμη, η οποία συνενώνει τα μελή της Εκκλησίας μεταξύ τους. Γενικά ο απόστολος Παύλος μας καλεί να απεκδυθούμε τον παλαιό άνθρωπο της αμαρτίας. Η «απέκδυση» του παλαιού και η «ένδυση» του νέου ανθρώπου (στίχος 10) εκ μέρους του Χριστιανού - ένα θαυμαστό γεγονός πού συντελείται κατά την ώρα του βαπτίσματος του - δεν του επιτρέπει να υποπίπτει στο αμάρτημα του ψεύδους. «Παλαιός άνθρωπος», πού μαζί με τις πράξεις του ο Χριστιανός απεκδύεται κατά την ώρα του βαπτίσματος του, είναι ο άνθρωπος πού βρίσκεται υπό το κράτος αμαρτίας. «Νέος άνθρωπος» είναι εκείνος πού αναγεν¬νήθηκε με το βάπτισμα του Χριστού και ανεδείχθη καινούργια ύπαρξη. Ο «νέος άνθρωπος» ανανεώνεται συνεχώς «κατ’ εικόνα του κτίσαντος αυτόν». Η διατύπωση αυτή του Παύλου, φαίνεται να υπαινίσσε¬ται το Γεν. 1, 26, οπού περιγράφεται η αρχική δημιουργία του ανθρώπου «κατ' εικόνα Θεού». Ο «κτίσας» είναι ο Θεός, ο Δημιουργός των πάντων. Η απέκδυση του παλαιού ανθρώπου και η ένδυση του νέου, δεν γίνεται μόνο στο Βάπτισμα. Πρέπει να γίνεται συνεχώς στη διάρκεια της ζωής μας. Καλούμαστε ως χριστιανοί να απαλλαγούμε απο την αμαρτία μέσω της άσκησης και κυρίως με το μυστήριο της Μετανοίας, που είναι το «δεύτερο Βάπτισμα».
Οι εν Χριστώ αναγεννημένοι άνθρωποι αποτελούν τη νέα ανθρωπότητα που είναι η Εκκλησία, μέσα στην οποία καταργείται κάθε είδους εγκόσμια διάκριση, πού είναι αποτέλεσμα της αμαρτίας, και εγκαθιδρύεται μια καινούργια ενότητα πού πηγάζει από τον Χριστό. Στη νέα κατάσταση του εν Χριστό ανθρώπου «ουκ ένι Έλλην και Ιουδαίος, περιτομή και ακροβυστία, βάρβαρος, Σκύθης, δούλος, ελεύθερος, αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός» (στίχος 11). Οι διακρίσεις πού καταργούνται στην νέα πραγματικότητα, που είναι η Εκκλησία του Χριστού είναι οι εξής: α) Εθνικότητας ή φυλής: Παύει να υπάρχει η οξεία διάκριση μεταξύ Ιου¬δαίου και Έλληνα. β) Θρησκευτικές: Καταργείται ή διάκριση μεταξύ περιτμημένων και απερίτμητων. γ) Πολιτιστικές και μορφωτικές: «βάρβαροι» ονομάζονταν εκείνοι που δεν μιλούσαν την ελληνική γλώσσα. Οι «Σκύθες» εθεωρούντο ως το κατ' εξοχήν απαίδευτο και βάρβαρο έθνος. δ) Κοινωνικές: Μέσα στην Εκκλησία παύει να ισχύει και η διάκριση μεταξύ «δούλων» και «ελευθέρων». «Αλλά τα πάντα και εν πάσι Χριστός»: πηγή ενότητας για τους Χριστιανούς είναι ο Χριστός. Εν Χριστώ καταργείται κάθε είδους διάκριση.
«Νεκρώσατε ουν τα μέλη υμών τα επί της γης...», Δηλαδή μας καλεί να απεκδυθούμε τον παλαιό άνθρωπο με τα πάθη του και να ενδυθούμε το νέο. Ένας καινούργιος άνθρωπος λοιπόν! Άνθρωπος θεοειδής και χριστοειδής. Αυτό ακριβώς είναι το όραμα του Χριστιανισμού, που κάνει πραγματικότητα η χάρη του Χριστού μέσα στο μεγάλο εργαστήρι της αγιότητας, την Εκκλησία. Γι’ αυτό ήρθε ο Χριστός στον κόσμο. Γι’ αυτό σταυρώθηκε και αναστήθηκε. Γι’ αυτό ίδρυσε την Εκκλησία του. Γι’ αυτό μας έστειλε το Άγιο Πνεύμα, το οποίο «όλον συγκροτεί τον θεσμό της Εκκλησίας» και μας αγιάζει από την παρούσα ζωή.
Ρένου Κωνσταντίνου, θεολόγου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου