Η καταλλαγή είναι ένα ζητούμενο από τον ίδιο το Θεό, ο οποίος κάνει το πρώτο βήμα προς τον άνθρωπο. Βλέπουμε από το Θεό τη διάθεση να συγχωρεί συνεχώς το ανθρώπινο γένος, και μάλιστα αποστέλλει το διάκονο της καταλλαγής, το Άγιο Πνεύμα, είτε σε μορφή περιστεράς ή και αργότερα με την παρουσία του Υιού Του, για να καταφέρει αυτή τη συμφιλίωση.
Το ζήτημα της καταλλαγής του ανθρώπου με το Θεό απασχόλησε ερμηνευτικά και τους Πατέρες της Εκκλησίας μας. Ο ερμηνευτής Θεοδώρητος γράφει ότι με το Θεό υπήρξαμε «εκπεπολεμώμενοι», δηλαδή ήμασταν σε «κατάσταση πολέμου». Ο Θεός ποτέ δεν έτρεφε και δεν τρέφει εχθρικά συναισθήματα για τον άνθρωπο, έστω και αν είναι αμαρτωλός. Αγαπά αμαρτωλούς και δικαίους και δεν παύει να ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο.
Πώς όμως καταλήγουμε να είμαστε εχθροί του Θεού πριν την καταλλαγή; Ο τρόπος της ζωής μας και το ότι ακολουθούμε τις αμαρτωλές επιθυμίες μας, η αμαρτία, είναι αυτή που μας καθιστά εχθρούς του Θεού. « Και υμάς ποτε όντας απηλλοτριωμένους και εχθρούς τη διανοία εν τοις έργοις τοις πονηροίς». (Κολ. 1,21). Εννοείται ότι ο Θεός δεν εχθρεύεται τον αμαρτωλό αλλά την αμαρτία, τα «πονηρά έργα», όχι τον άνθρωπο που αμαρτάνει. Με την αμαρτία διώξαμε το Θεό από τη ζωή μας, η αμαρτία δε μας άφηνε να υψωθούμε πνευματικά.
Πως όμως άλλαξαν τα πράγματα και βρισκόμαστε συμφιλιωμένοι με το Θεό είναι ένα ερώτημα που σίγουρα θα δημιουργηθεί. Ο Σταυρωμένος και Αναστημένος Χριστός παραδόθηκε εκουσίως στο θάνατο ακριβώς για να επιτελεστεί ο σκοπός του Θεού που δεν ήταν άλλος από την συμφιλίωσή μας μαζί Του. Με το θάνατό Του ο Ιησούς Χριστός νίκησε την αμαρτία και χάρισε σ’ εμάς την άφεση των αμαρτιών άρα και την καταλλαγή μας με το Θεό. Ο Ιησούς Χριστός με την παρουσία Του νίκησε την αμαρτία άρα και το λόγο για τον οποίο υπήρχε «έχθρα» μεταξύ ανθρώπων και Θεού.
Αυτός που έφερε την καταλλαγή στους ανθρώπους είναι ο Ιησούς Χριστός, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής «υπέρ όλης της ανθρωπότητας έπαθεν, και πάσιν εξ ίσου την ελπίδα της αναστάσεως εχαρίσατο». Με το Πάθος και τη Θυσία Του χάρισε σε όλους εμάς την ελπίδα της αναστάσεως και την καταλλαγή μας με το Θεό. Παρόλη την αμαρτία που είχαμε στη ζωή μας ο Χριστός έδωσε τον εαυτό Του θυσία για μάς και μας συμφιλίωσε με το Θεό Πατέρα. Θυσίασε τον Υιό του ο Θεός και αυτό είναι μεγάλη δωρεά για μας.
Αν σκεφτούμε τη θυσία που έκανε για μας ο Θεός, να αφήσει τον Υιό Του να θυσιαστεί για χάρη μας, για να υπάρξει συμφιλίωση μεταξύ εκείνου και εμάς, θα δούμε ότι η αγάπη του Θεού για μας είναι απροϋπόθετη. Αγάπη χωρίς όρους, χωρίς προϋποθέσεις. Εμείς σήμερα, για να συμφιλιωθούμε μ’ ένα γείτονά μας, με το σύζυγο ή τη σύζυγό μας, θέτουμε όρους. Εδώ ο Θεός θυσιάζει τον ίδιο τον Υιό Του για να θεραπεύσει το ανθρώπινο γένος.
Για να φανερώσει τη σημασία που έχει η καταλλαγή με τον πλησίον μας ο Κύριος τονίζει: «Εάν ουν προσφέρης το δώρον σου επί το θυσιαστηρίον κακεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου, άφες εκεί το δώρον σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου, και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ σου, και τότε ελθών πρόσφερε το δώρον σου επί το θυσιαστήριον» (Ματθ.5, 23-24). Ο Θεός δε λογαριάζει την τιμή που του προσφέρεται μπροστά στην αγάπη για τον πλησίον μας. Ας διακοπεί, λέει, η λατρεία μου για να υπάρξει συμφιλίωση με τον αδελφό σου. Είναι δηλαδή ισοδύναμη η λατρεία προς το Θεό, με τη συμφιλίωση προς τον αδελφό μας και εμείς το θεωρούμε ακατόρθωτο, γιατί η αμαρτία που υπάρχει στη ζωή μας, που ήταν και η αιτία που μας καθιστούσε εχθρούς του Θεού, δεν μας αφήνει να δούμε πόσο σημαντική είναι η καταλλαγή με το συνάνθρωπό μας και κατ’ επέκταση με το Θεό.
Δεν νοείται ο χριστιανός να έχει έχθρα και μίσος ή εμπάθεια για τον πλησίον. Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, τότε πρέπει άμεσα να διορθωθεί δια της συγχωρήσεως, της καταλλαγής και της συμφιλίωσης. Απαραίτητη προϋπόθεση για να γίνει αυτό είναι να υπάρχει στη ζωή μας η μεγαλύτερη αρετή: η αγάπη.
Ηλιάνας Κάουρα, θεολόγου.
Το ζήτημα της καταλλαγής του ανθρώπου με το Θεό απασχόλησε ερμηνευτικά και τους Πατέρες της Εκκλησίας μας. Ο ερμηνευτής Θεοδώρητος γράφει ότι με το Θεό υπήρξαμε «εκπεπολεμώμενοι», δηλαδή ήμασταν σε «κατάσταση πολέμου». Ο Θεός ποτέ δεν έτρεφε και δεν τρέφει εχθρικά συναισθήματα για τον άνθρωπο, έστω και αν είναι αμαρτωλός. Αγαπά αμαρτωλούς και δικαίους και δεν παύει να ενδιαφέρεται για τον άνθρωπο.
Πώς όμως καταλήγουμε να είμαστε εχθροί του Θεού πριν την καταλλαγή; Ο τρόπος της ζωής μας και το ότι ακολουθούμε τις αμαρτωλές επιθυμίες μας, η αμαρτία, είναι αυτή που μας καθιστά εχθρούς του Θεού. « Και υμάς ποτε όντας απηλλοτριωμένους και εχθρούς τη διανοία εν τοις έργοις τοις πονηροίς». (Κολ. 1,21). Εννοείται ότι ο Θεός δεν εχθρεύεται τον αμαρτωλό αλλά την αμαρτία, τα «πονηρά έργα», όχι τον άνθρωπο που αμαρτάνει. Με την αμαρτία διώξαμε το Θεό από τη ζωή μας, η αμαρτία δε μας άφηνε να υψωθούμε πνευματικά.
Πως όμως άλλαξαν τα πράγματα και βρισκόμαστε συμφιλιωμένοι με το Θεό είναι ένα ερώτημα που σίγουρα θα δημιουργηθεί. Ο Σταυρωμένος και Αναστημένος Χριστός παραδόθηκε εκουσίως στο θάνατο ακριβώς για να επιτελεστεί ο σκοπός του Θεού που δεν ήταν άλλος από την συμφιλίωσή μας μαζί Του. Με το θάνατό Του ο Ιησούς Χριστός νίκησε την αμαρτία και χάρισε σ’ εμάς την άφεση των αμαρτιών άρα και την καταλλαγή μας με το Θεό. Ο Ιησούς Χριστός με την παρουσία Του νίκησε την αμαρτία άρα και το λόγο για τον οποίο υπήρχε «έχθρα» μεταξύ ανθρώπων και Θεού.
Αυτός που έφερε την καταλλαγή στους ανθρώπους είναι ο Ιησούς Χριστός, όπως χαρακτηριστικά αναφέρει ο άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής «υπέρ όλης της ανθρωπότητας έπαθεν, και πάσιν εξ ίσου την ελπίδα της αναστάσεως εχαρίσατο». Με το Πάθος και τη Θυσία Του χάρισε σε όλους εμάς την ελπίδα της αναστάσεως και την καταλλαγή μας με το Θεό. Παρόλη την αμαρτία που είχαμε στη ζωή μας ο Χριστός έδωσε τον εαυτό Του θυσία για μάς και μας συμφιλίωσε με το Θεό Πατέρα. Θυσίασε τον Υιό του ο Θεός και αυτό είναι μεγάλη δωρεά για μας.
Αν σκεφτούμε τη θυσία που έκανε για μας ο Θεός, να αφήσει τον Υιό Του να θυσιαστεί για χάρη μας, για να υπάρξει συμφιλίωση μεταξύ εκείνου και εμάς, θα δούμε ότι η αγάπη του Θεού για μας είναι απροϋπόθετη. Αγάπη χωρίς όρους, χωρίς προϋποθέσεις. Εμείς σήμερα, για να συμφιλιωθούμε μ’ ένα γείτονά μας, με το σύζυγο ή τη σύζυγό μας, θέτουμε όρους. Εδώ ο Θεός θυσιάζει τον ίδιο τον Υιό Του για να θεραπεύσει το ανθρώπινο γένος.
Για να φανερώσει τη σημασία που έχει η καταλλαγή με τον πλησίον μας ο Κύριος τονίζει: «Εάν ουν προσφέρης το δώρον σου επί το θυσιαστηρίον κακεί μνησθής ότι ο αδελφός σου έχει τι κατά σου, άφες εκεί το δώρον σου έμπροσθεν του θυσιαστηρίου, και ύπαγε πρώτον διαλλάγηθι τω αδελφώ σου, και τότε ελθών πρόσφερε το δώρον σου επί το θυσιαστήριον» (Ματθ.5, 23-24). Ο Θεός δε λογαριάζει την τιμή που του προσφέρεται μπροστά στην αγάπη για τον πλησίον μας. Ας διακοπεί, λέει, η λατρεία μου για να υπάρξει συμφιλίωση με τον αδελφό σου. Είναι δηλαδή ισοδύναμη η λατρεία προς το Θεό, με τη συμφιλίωση προς τον αδελφό μας και εμείς το θεωρούμε ακατόρθωτο, γιατί η αμαρτία που υπάρχει στη ζωή μας, που ήταν και η αιτία που μας καθιστούσε εχθρούς του Θεού, δεν μας αφήνει να δούμε πόσο σημαντική είναι η καταλλαγή με το συνάνθρωπό μας και κατ’ επέκταση με το Θεό.
Δεν νοείται ο χριστιανός να έχει έχθρα και μίσος ή εμπάθεια για τον πλησίον. Αν συμβαίνει κάτι τέτοιο, τότε πρέπει άμεσα να διορθωθεί δια της συγχωρήσεως, της καταλλαγής και της συμφιλίωσης. Απαραίτητη προϋπόθεση για να γίνει αυτό είναι να υπάρχει στη ζωή μας η μεγαλύτερη αρετή: η αγάπη.
Ηλιάνας Κάουρα, θεολόγου.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου